ΦΑΣΚΟΜΗΛΟ
Το S. officinalis και το S. fruticosa αναπτύσσονται σε θερμοκρασίες 5 26 OC, σε περιοχές με ετήσια βροχόπτωση 0.3 2.6 m και σε εδάφη με pH 4.2 8.3. Τα είδη προτιμούν ζεστές και υγρές περιοχές και μεγαλώνουν καλύτερα σε χώμα αργιλικό, πλούσιο σε άζωτο και καλά φωτιζόμενο. Τα φυτά είναι ευαίσθητα σε μεγάλης διάρκειας υγρές περιόδους με εξαιρετικά υψηλές θερμοκρασίες.
Για την επαγγελματική καλλιέργεια, τα φυτά που έχουν εγκατασταθεί μπορούν να επιζήσουν μέχρι και έξι χρόνια, και η αρχική σοδιά γίνεται ήδη από τον πρώτο χρόνο εγκατάστασης. Συνήθως κάθε χρόνο γίνονται δύο ή τρεις σοδιές. Τα φύλλα συλλέγονται και ξηραίνονται σε σκιερό μέρος ή σε τεχνητά χαμηλά θερμαινόμενο χώρο, έτσι ώστε να διατηρηθεί το χρώμα του φυτού και η ποιότητα του αιθέριου ελαίου. Το αιθέριο έλαιο παραλαμβάνεται με απόσταξη με ατμό και το ποσοστό του κυμαίνεται από 1.2 2.5% στα ξηρά φύλλα ,αλλά πιο επιτυχημένη παραλαβή είναι αυτή της εκχύλισης με πτητικούς-οργανικούς διαλύτες, όπως αλκοόλες.
ΧΗΜΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ S. OFFICINALIS ΚΑΙ ΤΟΥ S. FRUTICOSA
Η χαρακτηριστική ουσία που περιέχεται στο αιθέριο έλαιο που παράγουν τα φυτά του S.officinalis είναι η α και η β θουγιόνη. Άλλοι δευτερογενείς μεταβολίτες που παράγονται στο είδος αυτό είναι το β-πινένιο, διτερπένια, τριτερπένια, φλαβονοειδή, συστατικά φαινολικών οξέων και φαινολικοί γλυκοζίτες. Στην περίπτωση του S. fruticosa τα κυριότερα χαρακτηριστικά του αιθέριου ελαίου είναι η 1,8 κινεόλη, το β-μυρκένιο, το α και β-πινένιο, η α και β-θουγιόνη και η καμφορά. Όλα αυτά αποτελούν το 90% του αιθέριου ελαίου.
Η χημική ταυτότητα των δύο αυτών ειδών, δηλαδή, η συνολικά παραγόμενη ποσότητα του αιθέριου ελαίου και η ποιοτική του και ποσοτική του σύσταση εξαρτάται από διάφορους παράγοντες. Αυτοί είναι : i) το τμήμα του φυτού, ii) η εποχή και iii) η γεωγραφική περιοχή που αναπτύσσεται το φυτό και οι κλιματικές συνθήκες που επικρατούν σε αυτή. Η επίδραση των παραγόντων αυτών έχει μελετηθεί τόσο στο S. officinalis , όσο και στο S. fruticosa .
Βιοχημική ανάλυση φυτών του S. officinalis αποκάλυψε τρεις χημειότυπους με βάση το λόγο α και β-θουγιόνης (α/β 10:1, 1.5:1, και 1:10 αντίστοιχα). Επίσης τα φυτά μπορούν να κατανεμηθούν σε τρεις κατηγορίες με βάση το συνολικό ποσό θουγιόνης που περιέχεται στο αιθέριο έλαιο σε : πλούσια ( 39-44%, μεσαία (22-28%) και φτωχά (9%). Σε πειράματα, τα άνθη των φυτών είχαν υψηλότερα επίπεδα περιεκτικότητας σε έλαιο (1.6 έναντι 1.1%) και σε β-πινένιο (27 έναντι 10%) σε σχέση με τα φύλλα, ενώ τα επίπεδα θουγίονης ήταν χαμηλότερα (16 έναντι 31%). Όσο αφορά την επίδραση της εποχής, τα συνολικά επίπεδα θουγιόνης ήταν χαμηλότερα στο άνθος την περίοδο της άνοιξης και του καλοκαιριού και αρκετά υψηλά την περίοδο του φθινοπώρου και του χειμώνα. Αντίστοιχη βιοχημική ανάλυση σε φυτά του είδους S. fruticosa έδειξε ανάλογα αποτελέσματα. Μία μελέτη σε τρεις διαφορετικούς πληθυσμούς του S. fruticosa στην Κρήτη, που παρουσίαζαν σημαντικές διαφορές στην ποιοτική και ποσοτική σύσταση του παραγόμενου ελαίου, έδειξε, με βάση RAPD ανάλυση, ότι εκτός από τους παραπάνω παράγοντες σημαντικό ρόλο στη χημική ταυτότητα των διαφόρων πληθυσμών παίζει και το γενετικό υπόβαθρο.
agrotikabook.gr
Ωραίος ο Αντρέας.
ΑπάντησηΔιαγραφή